Ξεκινάμε ανάλαφροι καθώς η γύρη
που ταξιδεύει στον άνεμο.
που ταξιδεύει στον άνεμο.
Γρήγορα πέφτουμε στο χώμα
ρίχνουμε ρίζες, ρίχνουμε κλαδιά
γινόμαστε δέντρα που διψούν ουρανό
κι όλο αρπαζόμαστε με δύναμη απ᾿ τη γη
ρίχνουμε ρίζες, ρίχνουμε κλαδιά
γινόμαστε δέντρα που διψούν ουρανό
κι όλο αρπαζόμαστε με δύναμη απ᾿ τη γη
Μας βρίσκουν τ᾿ ατέλειωτα καλοκαίρια
τα μεγάλα κάματα.
Οι άνεμοι, τά νερά
παίρνουν τά φύλλα μας.
τα μεγάλα κάματα.
Οι άνεμοι, τά νερά
παίρνουν τά φύλλα μας.
Αργότερα
πλακώνουν οἱ βαριές συννεφιές
μας τυραννούν οι χειμώνες κι οι καταιγίδες
πλακώνουν οἱ βαριές συννεφιές
μας τυραννούν οι χειμώνες κι οι καταιγίδες
Μα πάντα αντιστεκόμαστε,
ορθωνόμαστε
πάντα ντυνόμαστε με νέο φύλλωμα
ορθωνόμαστε
πάντα ντυνόμαστε με νέο φύλλωμα
Ὡσότου, φτάνει ένας άνεμος παράξενος
-κανεις δε ξέρει πότε κι από ποὺ ξεκινά-
μας ρίχνει κάτω
μ᾿ όλες μας τις ρίζες στον αέρα.
-κανεις δε ξέρει πότε κι από ποὺ ξεκινά-
μας ρίχνει κάτω
μ᾿ όλες μας τις ρίζες στον αέρα.
Γιὰ λίγο ακόμα μες στη φυλλωσιά μας
κάθεται κρυμμένο
-να πει μία τρίλια του στη νύχτα που έρχεται-
ένα πουλί.
κάθεται κρυμμένο
-να πει μία τρίλια του στη νύχτα που έρχεται-
ένα πουλί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου